ξεβράκωτος


ξεβράκωτος
Προφορά

Ετυμολογία
ξεβράκωτος ξεβρακώνω

Ερμηνεία
επίθετο┘ ξεβράκωτος -η, -ο

✦ ο χωρίς βρακί
(μτφ. ) πάμφτωχος
✦ ξεβράκωτη, η άπροικη κοπέλα

Συνώνυμα

Αντίθετα
βρακωμένος
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.