ξεβίδωμα


ξεβίδωμα
Προφορά

Ετυμολογία
ξεβίδωμα ξεβιδώνω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το ξεβίδωμα

✦ η ενέργεια και το αποτέλεσμα του ξεβιδώνω, αποκοχλίωση
(μτφ. ) σωματική άσκηση που κουράζει τις αρθρώσεις

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.