ξαναπαντρεμένος Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply ξαναπαντρεμένοςΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/4/ξαναπαντρεμένος.mp3Ετυμολογίαξαναπαντρεμένος μτχ. παθητ. πρκμ. του ρήματος ξαναπαντρεύομαι Ερμηνεία ξαναπαντρεμένος ✦ -η, -ο μτχ. ως επίθ. αυτός που, πριν από τον τελευταίο γάμο του, έχει παντρευτεί πάλι Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–