ξέρασμα


ξέρασμα
Προφορά

Ετυμολογία
ξέρασμα μεσαιωνική ελληνική ξέρασμα

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το ξέρασμα

✦ ο εμετός
(μτφ. ) αηδιαστική φλυαρία: όλη η συζήτηση ήτανε ξεράσματα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.