νυκταλωπία Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply νυκταλωπίαΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/4/νυκταλωπία.mp3Ετυμολογίανυκταλωπία αρχαία ελληνική νυκτάλωψ Ερμηνείαουσιαστικό└θηλυκό┘ η νυκταλωπία ✦ πάθηση των ματιών, που χαρακτηρίζεται από αδυναμία όρασης στο άπλετο φως Συνώνυμα–ΑντίθεταημεραλωπίαΕπιρρήματα–