ντεπόζιτο


ντεπόζιτο
Προφορά

Ετυμολογία
ντεπόζιτο └ιταλ┘deposito

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το ντεπόζιτο

✦ δοχείο για εναποθήκευση νερού ή άλλου υγρού
✦ χρηματικό ποσό σε χέρια τρίτου για φύλαξη

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.