ντενεκεδένιος


ντενεκεδένιος
Προφορά

Ετυμολογία
ντενεκεδένιος τενεκές

Ερμηνεία
ντενεκεδένιος

✦ -ια, -ιο κ. ντενεκεδένιος, -ια, -ιο επίθ. κατασκευασμένος από τενεκέ

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.