ντεμπούτο


ντεμπούτο
Προφορά

Ετυμολογία
ντεμπούτο └γαλλ┘ début

Ερμηνεία
ουσιαστικό
άκλιτο┘ το ντεμπούτο

✦ έναρξη, πρώτη εμφάνιση σ’ έναν τομέα δραστηριότητας
✦ (ειδ.) πρώτη εμφάνιση ηθοποιού στη σκηνή θεάτρου ή στον κινηματογράφο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.