νταβατούρι


νταβατούρι
Προφορά

Ετυμολογία
νταβατούρι └τουρκ┘tevatόr (= παρουσία πολλών μαρτύρων στο δικαστήριο)

Ερμηνεία
ουσιαστικό
άκλιτο┘ το νταβατούρι

✦ θόρυβος, σύγχυση

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.