νούμερο
Προφορά
Ετυμολογία
νούμερο μεσαιωνική ελληνική νούμερον
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το νούμερο
✦ αριθμός
✦ (για ενδύματα και υποδήματα) μέγεθος: τι νούμερο παπούτσια φοράς;
✦ αυτοτελής σκηνή σε επιθεώρηση, σε θέατρο ποικιλιών ή σε κέντρο διασκεδάσεως
✦ (ειρων.) πρόσωπο γελοίο
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–