νηπτικός


νηπτικός
Προφορά

Ετυμολογία
νηπτικός αρχαία ελληνική νηπτικός

Ερμηνεία
επίθετο┘ νηπτικός -ή, -ό

✦ νηφάλιος
✦ νηπτικοί πατέρες, (εκκλ.) χριστιανοί μοναχοί, κατά τον 7ο αι., με ησυχαστικές τάσεις

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.