νεώλκηση


νεώλκηση
Προφορά

Ετυμολογία
νεώλκηση νεωλκώ

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η νεώλκηση

✦ η ανέλκυση πλοίου στην ξηρά

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.