νευραλγικός


νευραλγικός
Προφορά

Ετυμολογία
νευραλγικός νευραλγία

Ερμηνεία
επίθετο┘ νευραλγικός -ή, -ό

✦ ο σχετικός με τη νευραλγία: νευραλγικοί πόνοι
(μτφ. ) ευαίσθητος, ευπαθής: νευραλγικός τομέας της οικονομίας – επλήγησαν νευραλγικά σημεία της αμυντικής διατάξεως του εχθρού

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.