νήδυμος


νήδυμος
Προφορά

Ετυμολογία
νήδυμος αρχαία ελληνική νήδυμος

Ερμηνεία
επίθετο┘ νήδυμος -ος, -ον

✦ αδιατάρακτος: φρ. κοιμάται τον νήδυμον (ενν. ύπνον)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.