μυροδοχείο


μυροδοχείο
Προφορά

Ετυμολογία
μυροδοχείο μύρον + δοχείον

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το μυροδοχείο

✦ δοχείο για φύλαξη μύρων
✦ (εκκλησ.) λειτουργικό σκεύος όπου φυλάγεται το άγιο μύρο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.