μυρμηγκιάζω Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply μυρμηγκιάζωΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/4/μυρμηγκιάζω.mp3Ετυμολογίαμυρμηγκιάζω μυρμήγκι Ερμηνεία└ρήμα┘ μυρμηγκιάζω ✦ γεμίζω μυρμήγκια ✦ γίνομαι άπειρος σαν μυρμηγκιά: μυρμηγκιάζανε τα πλήθη στην πλατεία ✦ νιώθω μούδιασμα, είδος φαγούρας Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–