μυρμηγκιάζω


μυρμηγκιάζω
Προφορά

Ετυμολογία
μυρμηγκιάζω μυρμήγκι

Ερμηνεία
ρήμα μυρμηγκιάζω

✦ γεμίζω μυρμήγκια
✦ γίνομαι άπειρος σαν μυρμηγκιά: μυρμηγκιάζανε τα πλήθη στην πλατεία
✦ νιώθω μούδιασμα, είδος φαγούρας

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.