μπερικέτι


μπερικέτι
Προφορά

Ετυμολογία
μπερικέτι └τουρκ┘bereket

Ερμηνεία
μπερικέτι

✦ αφθονία, πλούτος: φέρνανε ξύλα, κάρβουνα, πουλερικά, καϊμάκια, αβγά, τυριά, όλα τα μπερκέτια της Ανατολής (Διδώ Σωτηρίου)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.