μπελ επόκ
Προφορά
Ετυμολογία
μπελ επόκ └γαλλ┘ belle époque (= ωραία εποχή)
Ερμηνεία
μπελ επόκ
✦ άκλ. ουσ. στη Γαλλία, η περίοδος των πρώτων χρόνων του εικοστού αιώνα (μέχρι τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο) κατά την οποία η ζωή ήταν ευχάριστη και ανάλαφρη, περίοδος καλοζωίας
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–