μονογένεση


μονογένεση
Προφορά

Ετυμολογία
μονογένεση μόνος + γένεσις

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η μονογένεση

✦ γένεση νέου οργανισμού με αυτόματη διαίρεση του μονοκύτταρου ζώου ή φυτού

Συνώνυμα
μονογονία
Αντίθετα
αμφιγένεση
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.