μονοήμερος


μονοήμερος
Προφορά

Ετυμολογία
μονοήμερος μόνος + ημέρα

Ερμηνεία
επίθετο┘ μονοήμερος -η, -ο

✦ που διαρκεί μια μέρα: μονοήμερη εκδρομή

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.