μισάνθρωπος
Προφορά
Ετυμολογία
μισάνθρωπος αρχαία ελληνική επίθετο μισάνθρωπος
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό ή θηλυκό┘ ο, η μισάνθρωπος
✦ ο κατεχόμενος από μίσος για τους άλλους ανθρώπους
✦ ο απρόθυμος για κοινωνικές συναναστροφές
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–