μητραλοίας
Προφορά
Ετυμολογία
μητραλοίας αρχαία ελληνική μητραλοίας
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο μητραλοίας
✦ ο μητροκτόνος: εκείνη σε τάισε γάλα με το βυζί της που εσύ το χτυπάς σήμερα με τις γροθιές σου, μητραλοία (Χατζηκυριάκος-Γκίκας)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–