μηνύτρια


μηνύτρια
Προφορά

Ετυμολογία
μηνύτρια αρχαία ελληνική μηνυτής

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο μηνύτρια

✦ θηλ. μηνύτρια πρόσωπο που υποβάλλει μήνυση, ο εγκαλών

Συνώνυμα

Αντίθετα
εγκαλούμενος
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.