μετεμψυχώνω


μετεμψυχώνω
Προφορά

Ετυμολογία
μετεμψυχώνω μεταγενέστερη ελληνική μετεμψυχόω-ῶ

Ερμηνεία
ρήμα μετεμψυχώνω

✦ μεταβιβάζω ψυχή από ένα σώμα σε άλλο
✦ (συνήθως το μέσ.) μετεμψυχώνομαι, μετενσαρκώνομαι ως ψυχή σε άλλο σώμα ανθρώπου ή ζώου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.