μετείκασμα


μετείκασμα
Προφορά

Ετυμολογία
μετείκασμα μετά + εικάζω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το μετείκασμα

✦ η εικόνα που παραμένει στο αισθητήριο της όρασης μετά τον εξωτερικό ερεθισμό

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.