μανιάτικος


μανιάτικος
Προφορά

Ετυμολογία
μανιάτικος Μανιάτης

Ερμηνεία
επίθετο┘ μανιάτικος -η, -ο

✦ που ανήκει ή αναφέρεται στη Μάνη ή τους Μανιάτες
✦ φρ. το κρατάει μανιάτικο, είναι μνησίκακος, δεν ξεχνά πράξη ή λόγο που, κατά τη γνώμη του, τον έβλαψε

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.