μαλακώνω


μαλακώνω
Προφορά

Ετυμολογία
μαλακώνω μεταγενέστερη ελληνική μαλακόω-ῶ

Ερμηνεία
ρήμα μαλακώνω

✦ κάνω κάτι μαλακό ή μαλακότερο
✦ καταπραΰνω, κατευνάζω
✦ (αμτβ.) γίνομαι μαλακός, καταπραΰνομαι, κατευνάζομαι

Συνώνυμα

Αντίθετα
σκληραίνω ,οξύνω, διεγείρω
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.