μαγκώνω


μαγκώνω
Προφορά

Ετυμολογία
μαγκώνω ίσως από το μαγκανώνω

Ερμηνεία
ρήμα μαγκώνω

✦ συσφίγγω, πιέζω δυνατά
✦ (παθ. μτφ.) μαγκώνομαι, έρχομαι σε αδιέξοδο, δειλιάζω ή σωπαίνω από αμηχανία

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.