μίσθιος
Προφορά
Ετυμολογία
μίσθιος μεταγενέστερη ελληνική μίσθιος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ μίσθιος -ια, -ιο
✦ Κ -ιος κ. -ία, -ιον) μισθωτός: μίσθια δουλειά, σωροί χαρτιών (Κ. Καρυωτάκης)
✦ το ουδ. το μίσθιον ως ουσ., κάθε κινητό ή ακίνητο που παρέχεται με μίσθωση
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–