λυτρωτικός Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply λυτρωτικόςΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/4/λυτρωτικός.mp3Ετυμολογίαλυτρωτικός μεσαιωνική ελληνική λυτρωτικός Ερμηνεία└επίθετο┘ λυτρωτικός -ή, -ό ✦ που λυτρώνει, που απαλλάσσει από καταστάσεις πιεστικές Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–