λουκούλλειος
Προφορά
Ετυμολογία
λουκούλλειος κύριο όνομα Λούκουλλος
Ερμηνεία
λουκούλλειος
✦ -εια, -ειο επίθ. (Κ -ειος, -ειον) ο χαρακτηριστικός του Λούκουλλου
✦ λουκούλλειο γεύμα, εξαιρετικά πλούσιο: όταν λέμε «λουκούλλεια γεύματα» εννοούμε πολυτελέστατα. με του πουλιού το γάλα (Κ. Βάρναλης)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–