λιμνιώνας


λιμνιώνας
Προφορά

Ετυμολογία
λιμνιώνας λιμήν, με επίδρ. του λίμνη

Ερμηνεία
λιμνιώνας

✦ λιμάνι: και τρέχουνε τα καΐκια λαχανιασμένα να βρούνε λιμνιώνα (Κ. Βάρναλης) – κι από τα κάστρα στους γιαλούς οπόχουν τους λιμιώνες (Κ. Παλαμάς)
(μτφ. ) καταφύγιο

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.