λεόντειος


λεόντειος
Προφορά

Ετυμολογία
λεόντειος αρχαία ελληνική λεόντειος

Ερμηνεία
επίθετο┘ λεόντειος -α, -ο

✦ λιονταρίσιος, που ανήκει ή αναφέρεται στο λιοντάρι
✦ λεόντειος εταιρεία – συμφωνία, για διανομή ή συμφωνία κατά την οποία το ένα πρόσωπο επιφυλλάσσει στον εαυτό του όλα τα πλεονεκτήματα εις βάρος των άλλων

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.