λαουτζίκος


λαουτζίκος
Προφορά

Ετυμολογία
λαουτζίκος λαός

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο λαουτζίκος

✦ οι χαμηλές οικονομικές τάξεις, ο πολύς λαός: όλα τα λάθη των πολιτικάντηδων ο λαουτζίκος τα πληρώνει

Συνώνυμα
κοσμάκης
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.