λαμπατέρ


λαμπατέρ
Προφορά

Ετυμολογία
λαμπατέρ └γαλλ┘ lampadaire

Ερμηνεία
ουσιαστικό
άκλιτο┘ το λαμπατέρ

✦ φωτιστική συσκευή με ηλεκτρικούς λαμπτήρες συναρμολογημένη σε υποστήριγμα που τοποθετείται στο έδαφος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.