λαθροχειρίζω


λαθροχειρίζω
Προφορά

Ετυμολογία
λαθροχειρίζω λαθρόχειρ

Ερμηνεία
λαθροχειρίζω

✦ κ. λαθροχειρώ, -είς, -εί ρ. ενεργώ λαθροχειρία, κλέβω επιτήδεια κάτι

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.