λαδώνω Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply λαδώνωΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/4/λαδώνω.mp3Ετυμολογίαλαδώνω λάδι Ερμηνεία└ρήμα┘ λαδώνω ✦ επαλείφω ή λερώνω με λάδι ✦ αλείφω με άγιο μύρο το βρέφος που βαφτίστηκε ✦ λιπαίνω μηχανή ✦ (μτφ. ) δωροδοκώ, εξαγοράζω Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–