κυνικότητα


κυνικότητα
Προφορά

Ετυμολογία
κυνικότητα κυνικός

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η κυνικότητα

✦ η ιδιότητα, το γνώρισμα του κυνικού, αναίδεια, αδιαντροπιά: μιλάει με μια κυνικότητα που εξοργίζει

Συνώνυμα
κυνισμός
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.