κρυστάλλινος


κρυστάλλινος
Προφορά

Ετυμολογία
κρυστάλλινος μεταγενέστερη ελληνική κρυστάλλινος

Ερμηνεία
κρυστάλλινος

✦ -ινη, -ινο επίθ. (Κ -ίνη, -ινον) ο από κρύσταλλο: ποτήρια κρυστάλλινα
✦ διάφανος, διαυγής σαν κρύσταλλο: κρυστάλλινη καθαρότητα – κρυστάλλινο ύφος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.