κραχ


κραχ
Προφορά

Ετυμολογία
κραχ └γερμ┘ Krach (= γδούπος, κατάρρευση)

Ερμηνεία
ουσιαστικό
άκλιτο┘ το κραχ

✦ ραγδαία πτώση των τιμών του χρηματιστηρίου
✦ πτώχευση μεγάλης επιχειρήσεως

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.