κούλα
Προφορά
Ετυμολογία
κούλα └τουρκ┘kule
Ερμηνεία
κούλα
✦ πύργος, μικρό φρούριο: το σαράι του Αλή με… τους βαριούς κουλέδες (Πετσάλης – Διομήδης)
✦ αγροικία: είχε το δίπατο σπίτι του, είχε και τον εξοχικό κούλα του (Διδώ Σωτηρίου).
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–