κουβέντα


κουβέντα
Προφορά

Ετυμολογία
κουβέντα μεσαιωνική ελληνική κομβέντος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η κουβέντα

✦ ομιλία, συνομιλία, συνδιάλεξη: πιάσανε μια κουβέντα δίχως τελειωμό
✦ φρ. στρογγυλές κουβέντες, λόγια χωρίς περιστροφές – ψιλή κουβέντα, κουβεντολόι

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.