κοτυλοφόρος Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply κοτυλοφόροςΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/3/κοτυλοφόρος.mp3Ετυμολογίακοτυλοφόρος κοτύλη + φέρω Ερμηνεία κοτυλοφόρος ✦ -ος κ. -α, -ο επίθ. (για χταπόδια, πολύποδες κτλ.) αυτός που φέρει, που έχει κοτύλες, βεντούζες Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–