κοντόθωρος Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply κοντόθωροςΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/3/κοντόθωρος.mp3Ετυμολογίακοντόθωρος κοντός + θωρώ (= βλέπω) Ερμηνεία└επίθετο┘ κοντόθωρος -η, -ο ✦ μύωπας, κοντόφθαλμος ✦ (μτφ. ) πρόσωπο με περιορισμένη νόηση ή διαίσθηση Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–