κομπογιαννίτισσα
Προφορά
Ετυμολογία
κομπογιαννίτισσα κατά Ανδριώτη ίσως από το ρήμα κομπώνω (= απατώ) + γιαίνω (= θεραπεύω)• κατά Φ. Κουκουλέ από το κόμπος (= κομπόδεμα από βότανα) + Γιαννίτης (= πρακτικός γιατρός από τα Γιάννενα)
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο κομπογιαννίτισσα
✦ θηλ. κομπογιαννίτισσα εμπειρικός γιατρός (επί τουρκοκρατίας)
✦ ψευτογιατρός
✦ αγύρτης, απατεώνας
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–