κομπιουτεράς


κομπιουτεράς
Προφορά

Ετυμολογία
κομπιουτεράς κομπιούτερ

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο κομπιουτεράς

✦ αυτός που πουλάει ή, γεν., ασχολείται με τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές (κομπιούτερ)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.