κομπάζω Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply κομπάζωΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/3/κομπάζω.mp3Ετυμολογίακομπάζω αρχαία ελληνική κομπάζω Ερμηνεία└ρήμα┘ κομπάζω ✦ περηφανεύομαι, καυχιέμαι χωρίς να αξίζω: οι διπλωμάτες μας θα κομπάζουν για ανύπαρχτες επιτυχίες (Γ. Σεφέρης) ΣυνώνυμααλαζονεύομαιΑντίθετα–Επιρρήματα–