κομβόι
Προφορά
Ετυμολογία
κομβόι └αγγλ┘convoy
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└άκλιτο┘ το κομβόι
✦ σύνολο οχημάτων που κατευθύνονται στο ίδιο σημείο: κομβόι στον Προμαχώνα. Φορτηγά το ένα πίσω από το άλλο σχηματίζουν ουρά πέντε τουλάχιστον χιλιομέτρων (Ελευθεροτυπία)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–