κολασμένος Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply κολασμένοςΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/3/κολασμένος.mp3Ετυμολογίακολασμένος μτχ. παθητ. πρκμ. του κολάζομαι Ερμηνεία κολασμένος ✦ -η, -ο μτχ. ως επίθ. ο καταδικασμένος στην αιώνια κόλαση ✦ αμαρτωλός, διεφθαρμένος: κολασμένη ψυχή Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–