κοινωνιολογισμός
Προφορά
Ετυμολογία
κοινωνιολογισμός └γαλλ┘ sociologisme
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο κοινωνιολογισμός
✦ θεωρία κατά την οποία η κοινωνιολογία είναι ικανή να ερμηνεύσει την κοινωνική πραγματικότητα, ανεξάρτητα από την ψυχολογία και φυσιολογία
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–